Διονυσίου: Αποκατάσταση μαστού και λεμφοιδήματος που σχετίζεται με τον καρκίνο του μαστού

Γράφει ο

Δημήτρης Διονυσίου 

Αναπληρωτής Καθηγητής Πλαστικής Χειρουργικής ΑΠΘ

Η πρόοδος στα διαγνωστικά μέσα και στις μεθόδους αντιμετώπισης του καρκίνου του μαστού συνέβαλαν αποτελεσματικά όχι μόνο στη θεραπεία της νόσου, αλλά και στη διατήρηση του μαστού. Παρόλα αυτά, συχνά παρατηρείται δυσμορφία του μαστού, αλλά και μια σοβαρή επιπλοκή από τα θεραπευτικά μέσα που ονομάζεται λεμφοίδημα.

Για την αντιμετώπισή τους υπάρχουν διαφορετικές μέθοδοι αποκατάστασης, με απώτερο στόχο τη δημιουργία ενός νέου μαστού, συμμετρικού με τον ετερόπλευρο υγιή. 

Η εμφάνιση λεμφοιδήματος στο άνω άκρο σχετίζεται με την αφαίρεση λεμφαδένων από τη μασχάλη ή την επίδραση της ακτινοβολίας στους λεμφαδένες και τα λεμφαγγεία. Τα τελευταία χρόνια, τόσο στην αποκατάσταση μαστού όσο και στην αντιμετώπιση του λεμφοιδήματος, εφαρμόζονται νέες τεχνικές που προσφέρουν άριστα αποτελέσματα. 

Η ανάπλαση του μαστού μπορεί να γίνει είτε άμεσα, είτε απώτερα. Η άμεση αποκατάσταση λαμβάνει χώρα τη στιγμή της μαστεκτομής. Το πλεονέκτημα είναι ότι η ασθενής «ξυπνάει» από την επέμβαση έχοντας νέο στήθος. Στις περιπτώσεις άμεσης αποκατάστασης, οι επιλογές είναι περισσότερες, ενώ το αποτέλεσμα μπορεί να είναι πιο φυσικό. Η απώτερη αποκατάσταση είναι η επέμβαση που γίνεται μήνες ή και χρόνια μετά τη μαστεκτομή. Ως πλεονέκτημα θεωρείται από ορισμένους το γεγονός ότι η γυναίκα μπορεί να συζητήσει και να αποφασίσει την επέμβαση με ηρεμία, έχοντας ολοκληρώσει τη λοιπή απαραίτητη θεραπεία για τη νόσο της. 

Από τις πιο απλές και παλαιότερες τεχνικές θεωρείται η τοποθέτηση ενθεμάτων σιλικόνης. Η επέμβαση έχει ένδειξη στην άμεση αποκατάσταση όταν δεν ακολουθεί ακτινοβολία. Τα ενθέματα, ανάλογα με το μέγεθός τους, μπορούν να δημιουργήσουν ικανοποιητική συμμετρία με τον ετερόπλευρο μαστό, με την προϋπόθεση ότι ο υγιής μαστός δεν είναι πτωτικός. Μειονεκτήματα των ενθεμάτων είναι ότι δεν ακολουθούν τη φυσική «πορεία» του ετερόπλευρου μαστού, ενώ κάποιες φορές εμφανίζεται, ως απώτερη επιπλοκή, η ρίκνωση του ενθέματος λόγω δημιουργίας κάψας. Συχνά απαιτείται διορθωτική επέμβαση στον ετερόπλευρο μαστό, προκειμένου να επιτευχθεί συμμετρία. 

Οι ιστικοί διατατήρες είναι ειδικοί «σάκοι» σιλικόνης, οι οποίοι τοποθετούνται προσωρινά κάτω από το δέρμα και το μείζονα θωρακικό μυ και γεμίζουν με φυσιολογικό ορό διαμέσου βαλβίδας. Καθώς ο διατατήρας προοδευτικά γεμίζει, αυξάνει ο όγκος του και προετοιμάζει το δέρμα του θώρακα. Μετά την ολοκλήρωση της διάτασης, αφαιρείται ο διατατήρας κα αντικαθίσταται με μόνιμο ένθεμα σιλικόνης.

Ο μυοδερματικός κρημνός του πλατέως ραχιαίου είναι μια ικανοποιητική και ασφαλής μέθοδος αποκατάστασης του μαστού, κατά την οποία χρησιμοποιείται ιστός από την πλάτη για να καλύψει το ένθεμα και να δώσει περισσότερο όγκο. Μερικές φορές αντί για ένθεμα σιλικόνης γίνεται λιπομεταφορά και ο νέος μαστός αποτελείται αποκλειστικά από αυτόλογους ιστούς. Η μέθοδος προτιμάται στις περιπτώσεις όπου έχει προηγηθεί ακτινοβολία.

Ο κοιλιακός κρημνός αποτελεί την καλύτερη επιλογή στις περιπτώσεις που η γυναίκα επιθυμεί αποκατάσταση μαστού αποκλειστικά με δικούς της ιστούς, χωρίς τη χρήση ενθέματος. Το τμήμα της κοιλιάς που βρίσκεται κάτω από τον ομφαλό, αφαιρείται σαν κοιλιοπλαστική και μεταφέρεται στο θώρακα με μικροχειρουργικές τεχνικές. Εκεί ο ιστός της κοιλιάς αναπλάθεται σε μαστό συμμετρικό με το υγιές. Εφαρμόζεται στις γυναίκες που έχουν περίσσεια ή χαλάρωση στην κοιλιά, ενώ η μέθοδος έχει πολλά πλεονεκτήματα με μόνο ίσως μειονέκτημα τη διάρκεια της επέμβασης. Στις γυναίκες στις οποίες το κοιλιακό τους τοίχωμα δεν είναι αρκετό ή έχουν προηγούμενες επεμβάσεις στην κοιλιακή χώρα, προσφέρεται η λύση να χρησιμοποιηθούν ιστοί από τους γλουτούς ή την έσω επιφάνεια των μηρών.

Στις περιπτώσεις τμηματικής μαστεκτομής και πάλι δημιουργείται ένα έλλειμμα στην περιοχή του μαστού, το οποίο σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική δυσμορφία. Με τις μεθόδους της ογκοπλαστικής είναι δυνατή η διόρθωση της δυσμορφίας προκειμένου να επιτευχθούν ικανοποιητικό σχήμα και συμμετρία με τον άλλο μαστό. Το κοσμητικό αποτέλεσμα είναι καλύτερο, εφόσον η διόρθωση γίνει άμεσα, δηλαδή ταυτόχρονα με την επέμβαση της μερικής μαστεκτομής.

Όπως αποδείχθηκε από έρευνες, οι τεχνικές αποκατάστασης δεν δημιουργούν κίνδυνο για υποτροπή του καρκίνου του μαστού, ούτε επηρεάζουν ή εμποδίζουν την τακτική παρακολούθηση με τις διαγνωστικές εξετάσεις για τον έλεγχο του καρκίνου (π.χ. μαστογραφία, υπερηχογράφημα κλπ.).

Η αποκατάσταση του μαστού ολοκληρώνεται με την ανάπλαση του συμπλέγματος της θηλής και της θηλαίας άλω (το καφέ τμήμα του δέρματος γύρω από τη θηλή). Η δημιουργία θηλής γίνεται περίπου 3-6 μήνες μετά την επέμβαση αποκατάστασης του μαστού, είτε με τοπικούς ιστούς, είτε τμήμα της θηλής από τον ετερόπλευρο μαστό, ενώ η θηλαία άλως επιτυγχάνεται είτε με δερματικά μοσχεύματα, είτε με ειδικό ιατρικό τατουάζ.

Οι ασφαλιστικοί φορείς, τόσο οι κρατικοί όσο και οι ιδιωτικοί, καλύπτουν το κόστος των επανορθωτικών επεμβάσεων αποκατάστασης μαστού μετά από μαστεκτομή. Η επέμβαση γίνεται σε κλινικές πλαστικής χειρουργικής κρατικών ή ιδιωτικών νοσοκομείων από πλαστικούς χειρουργούς που έχουν ειδικευθεί στις επεμβάσεις μαστού.

Η μαστεκτομή και ο λεμφαδενικός καθαρισμός της μασχάλης συχνά συνοδεύονται από ακτινοθεραπεία. Σε ποσοστό περίπου 30% των γυναικών που θα υποβληθούν σε τέτοιου είδους επεμβάσεις, θα εμφανιστεί λεμφοίδημα. Για την αποκατάσταση του μαστού και του λεμφοιδήματος υπάρχει η δυνατότητα στην ίδια επέμβαση να ληφθεί ένας κοιλιακός κρημνός και ταυτόχρονα να μεταφερθούν λεμφαδένες στη μασχάλη, ώστε να γεφυρώσουν το λεμφικό έλλειμμα και σταδιακά να θεραπεύσουν το λεμφοίδημα.