Ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ στο e-farmako: Να επαναπροσδιοριστεί η φαρμακευτική δαπάνη – Η Δημόσια Υγεία υποχρηματοδοτείται 

Συνέντευξη στον Λάζαρο Θεοδωρακίδη

 «Η χώρα μας θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη φαρμακευτική δαπάνη με βάση τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού και να αφήσει χώρο για νέα φάρμακα και τεχνολογίες που έρχονται και πρέπει να έχουν πρόσβαση και οι Έλληνες ασθενείς», επισημαίνει στη συνέντευξή του στο e-farmako o Πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), Ολύμπιος Παπαδημητρίου. 

Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του ΣΦΕΕ «η Δημόσια Υγεία στην Ελλάδα υποχρηματοδοτείται καθώς βρίσκεται στο 60% του μέσου όρου της Ευρώπης κατά κεφαλήν και η Πολιτεία θα πρέπει να επανεξετάσει τη χρηματοδότηση του συστήματος», ενώ παράλληλα υπογραμμίζει ότι «το 2021 έκλεισε με εμπόδια και προβληματισμούς για την φαρμακοβιομηχανία. Στις παλιές στρεβλώσεις του συστήματος υγείας προστέθηκαν και νέες προκλήσεις από την πανδημία της COVID-19 αλλά και νομολογίες που δυσχεραίνουν την ομαλή λειτουργία των εταιριών του κλάδου». Αξιοσημείωτη είναι και η αναφορά του κ. Παπαδημητρίου για την πανδημία της COVID-19 καθώς όπως λέει «ανέδειξε αφενός την σπουδαιότητα της καινοτομίας αφετέρου, όμως, τις αδυναμίες των συστημάτων υγείας παγκοσμίως» και τονίζει ότι «η έρευνα, ανακάλυψη και παραγωγή αποτελεσματικών εμβολίων κατά της COVID-19 σε λιγότερο από 12 μήνες αποτελεί εμβληματικό επιστημονικό επίτευγμα και ιστορικά θα καταγραφεί ως μία τεράστια νίκη της φαρμακευτικής καινοτομίας. Αλλά δεν είναι η μοναδική».

Ο κ. Παπαδημητρίου μιλώντας στο e-farmako αναφερόμενος στις τελευταίες νομοθετικές παρεμβάσεις του Υπουργείου Υγείας σημειώνει ότι «η Πολιτεία θα πρέπει να εξετάσει και την υπέρβαση της φαρμακευτικής δαπάνης και όχι να συνεχίζει να “βολεύεται” μετακυλύοντας το βάρος στις φαρμακευτικές εταιρίες και στους ασθενείς. Επιπρόσθετα ο Πρόεδρος το ΣΦΕΕ τονίζει πως « το Υπουργείο Υγείας δεν εφάρμοσε καμία αποτελεσματική στρατηγική ελέγχου της δαπάνης -και, παρά τις υποσχέσεις για ίδιες υποχρεωτικές επιστροφές με το 2020, το ύψος των επιστροφών το 2021 θα ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ, τουλάχιστον 250 εκατ. ευρώ πιο υψηλά από πέρυσι κυρίως λόγω του clawback. Και η τελευταία νομοθετική ρύθμιση έρχεται να θέσει ένα  προσωρινό και ανεξέλεγκτο μέτρο σαν βάση για τις διαπραγματεύσεις». 

Απαντώντας σχετικά με το αποτύπωμα του φαρμακευτικού κλάδου στην ελληνική οικονομία ο κ. Παπαδημητρίου διευκρινίζει ότι «είναι ισχυρό στην υγεία, την κοινωνία και την οικονομία και αξίζει να ενισχυθεί με τα κατάλληλα κίνητρα και μέτρα από την Πολιτεία. Αρκεί να αναφέρουμε πως η συνολική συνεισφορά του κλάδου του φαρμάκου σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε €6,7 δισεκ. (3,6% του ΑΕΠ) το 2019».

·       Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη του Προέδρου του ΣΦΕΕ κ. Ολύμπιου Παπαδημητρίου στο e-farmako

ΕΡ: Κατά κοινή ομολογία η πανδημία ώθησε την έρευνα να προχωρήσει με μεγάλες ταχύτητες στην παραγωγή και νέων φαρμάκων. Εκτιμάτε πως η τεχνολογία και η καινοτομία μας οδηγούν πλέον σε εξελίξεις που διαμορφώνουν ένα νέο σκηνικό στο χώρο; 

ΑΠ: Η πανδημία της COVID-19 ανέδειξε αφενός την σπουδαιότητα της καινοτομίας αφετέρου, όμως, τις αδυναμίες των συστημάτων υγείας παγκοσμίως. Η έρευνα, ανακάλυψη και παραγωγή αποτελεσματικών εμβολίων κατά της COVID-19 σε λιγότερο από 12 μήνες αποτελεί εμβληματικό επιστημονικό επίτευγμα και ιστορικά θα καταγραφεί ως μία τεράστια νίκη της φαρμακευτικής καινοτομίας. Αλλά δεν είναι η μοναδική. Από το 2000 περισσότερα από 450 νέα φάρμακα έχουν διατεθεί σε εκατομμύρια ασθενείς που αντιμετωπίζουν σοβαρές ασθένειες, σώζοντας ζωές και βελτιώνοντας την καθημερινότητα των ιδίων, αλλά και των οικογενειών τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το HIV, που πλέον αποτελεί μια χρόνια ασθένεια, αλλά και η ηπατίτιδα C, η οποία θεραπεύεται πλήρως. Οι ερευνητικές προσπάθειες είναι συνεχείς και η επένδυση των εταιριών του φαρμακευτικού κλάδου είναι αμείωτη. Σήμερα περισσότερα από 8.000 φάρμακα βρίσκονται υπό ανάπτυξη παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων νέων θεραπειών για πολλές μορφές καρκίνου, για ασθένειες του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, για το Αλτσχάιμερ, για ενδοκρινολογικές παθήσεις, για αυτοάνοσα νοσήματα και για πολλές άλλες σπάνιες ή μη ασθένειες. Ακούραστη είναι και η προσπάθεια της φαρμακοβιομηχανίας για ανάπτυξη θεραπειών κατά της COVID-19, ήδη οι πρώτες θεραπείες είναι διαθέσιμες ενώ έπονται και αρκετές ακόμη. Από την άλλη πλευρά, οι παλιές στρεβλώσεις και οι νέες προκλήσεις, μετά και την έξαρση του COVID-19, αναδεικνύουν την επιτακτική ανάγκη να προχωρήσουμε γρήγορα με μια ασθενοκεντρική βιώσιμη φαρμακευτική πολιτική. Στη χώρα μας, καλούμαστε σήμερα αφενός να θωρακίσουμε το σύστημα υγείας και αφετέρου να απελευθερώσουμε τις μεγάλες αναπτυξιακές δυνατότητες του φαρμακευτικού κλάδου.

ΕΡ: Μετά τον σκόπελο της οικονομικής κρίσης που δοκίμασε και το σύστημα Υγείας, μια σειρά ζητημάτων όπως της φαρμακευτικής δαπάνης, του clawback  και άλλων εισέρχονται σε νέα φάση με τον νόμο που ψηφίστηκε από τη Βουλή. Ποια είναι η θέση του ΣΦΕΕ επ’ αυτού;

ΑΠ: Το 2021 έκλεισε με εμπόδια και προβληματισμούς για την φαρμακοβιομηχανία. Στις παλιές στρεβλώσεις του συστήματος υγείας προστέθηκαν και νέες προκλήσεις από την πανδημία της COVID-19 αλλά και νομολογίες που δυσχεραίνουν την ομαλή λειτουργία των εταιριών του κλάδου. Η ψήφιση από τη Βουλή της τελευταίας Τροπολογίας στο Νομοσχέδιο του ΕΚΑΠΥ που αφορά στα φάρμακα λειτουργεί κατά της προβλεψιμότητας και της διαφάνειας και έχει δημιουργήσει έντονη αβεβαιότητα και ανασφάλεια στην αγορά. Ο ΣΦΕΕ επικοινώνησε τις ανησυχίες και τι προτάσεις του κλάδου στον Υπουργό Υγείας και αναμένουμε, βεβαίως, τις υπουργικές αποφάσεις που θα εξειδικεύουν το νέο νόμο, ευελπιστώντας ότι θα εισακουστούμε.

Η Δημόσια Υγεία στην Ελλάδα υποχρηματοδοτείται καθώς βρίσκεται στο 60% του μέσου όρου της Ευρώπης κατά κεφαλήν και η Πολιτεία θα πρέπει να επανεξετάσει τη χρηματοδότηση του συστήματος. Άλλωστε, με την πανδημία της COVID-19 όλες οι Κυβερνήσεις ανά τον κόσμο αναθεωρούν τα κονδύλια για τη Δημόσια Υγεία. Επιπρόσθετα, η Πολιτεία θα πρέπει να εξετάσει και την υπέρβαση της φαρμακευτικής δαπάνης και όχι να συνεχίζει να «βολεύεται» μετακυλύοντας το βάρος στις φαρμακευτικές εταιρίες και στους ασθενείς. Το 2021 το Υπουργείο Υγείας δεν εφάρμοσε καμία αποτελεσματική στρατηγική ελέγχου της δαπάνης -και, παρά τις υποσχέσεις για ίδιες υποχρεωτικές επιστροφές με το 2020, το ύψος των επιστροφών το 2021 θα ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ, τουλάχιστον 250 εκατ. ευρώ πιο υψηλά από πέρυσι κυρίως λόγω του clawback. Και η τελευταία νομοθετική ρύθμιση έρχεται να θέσει ένα  προσωρινό και ανεξέλεγκτο μέτρο σαν βάση για τις διαπραγματεύσεις. Με αυτή τη μεθοδολογία, υπονομεύεται η ουσία της διαπραγμάτευσης (και η ουσιαστική αξιολόγηση των φαρμάκων), τιμωρώντας έτσι την καινοτομία, με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στους ασθενείς, ενώ οι υποχρεωτικές επιστροφές δεν μειώνονται παρά τις περί αυτού δεσμεύσεις, απλά συγκαλύπτονται αφού οι εταιρείες καλούνται να τις καταβάλλουν προκαταβολικά. 

ΕΡ: Η κυρίαρχη πρόκληση που καλείται να ανταποκριθεί ο κλάδος των φαρμακευτικών επιχειρήσεων το επόμενο διάστημα ποια είναι;

ΑΠ: Κατά αρχήν, μετά την πανδημία της COVID-19, όλες οι χώρες αναθεωρούν τα κονδύλια για τη Δημόσια Υγεία και το ίδιο πρέπει να κάνει και η Ελλάδα. Ειδικά η χώρα μας, θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη φαρμακευτική δαπάνη με βάσει τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού και να αφήσει χώρο για νέα φάρμακα και τεχνολογίες που έρχονται και πρέπει να έχουν πρόσβαση και οι Έλληνες ασθενείς. Τέλος, θα πρέπει να επιταχύνουμε στην κατεύθυνση των μεταρρυθμίσεων, στην ολοκλήρωση και πλήρη εφαρμογή των θεραπευτικών πρωτοκόλλων και των μητρώων ασθενών, αλλά και στον έλεγχο της συνταγογράφησης.

ΕΡ: Εάν σας ζητούσα να παρουσιάσετε τα όποια εμπόδια στην περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου σας, ποια θα ξεχωρίζατε;

ΑΠ: Ο κλάδος του φαρμάκου είναι ένας κλάδος στρατηγικής σημασίας για τη χώρα μας με ισχυρό οικονομικό αποτύπωμα και πολλές αναπτυξιακές δυνατότητες. Για να γίνουν πραγματικότητα οι δυνατότητες ανάπτυξης του κλάδου μας όμως, αποτελεί βασική προϋπόθεση η προβλεψιμότητα. Για τη διασφάλισή της, είναι απαραίτητος ο επαναπροσδιορισμός της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, όπως προαναφέρθηκε. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την διεξοδική ψηφιοποίηση όλων των πράξεων και δεδομένων στο σύστημα υγείας και την ουσιαστική λειτουργία ελεγκτικών μηχανισμών θα συμβάλλει σε ένα βιώσιμο δημόσιο σύστημα υγείας με αναβαθμισμένη παροχή φροντίδας στους πολίτες. Την ίδια στιγμή θα περιοριστεί η υπερφορολόγηση των φαρμακευτικών εταιρειών, θα υπάρξει μεγαλύτερη  διαφάνεια, και τελικά οι επιχειρήσεις θα καταφέρουν να υλοποιήσουν τα επενδυτικά τους σχέδια. Θα δοθούν περαιτέρω κίνητρα για την αύξηση των συνεργασιών ελληνικών και διεθνών εταιριών και την προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων στην κλινική έρευνα και ανάπτυξη. Με αυτόν τον τρόπο ο κλάδος μας μπορεί να προσφέρει ακόμη περισσότερο στην Ελληνική κοινωνία, τη δημόσια υγεία και την οικονομία με θέσεις εργασίας και επενδύσεις στην παραγωγή και στην έρευνα.

ΕΡ: Ποιο είναι το αποτύπωμα των φαρμακευτικών επιχειρήσεων σήμερα στην ελληνική οικονομία και κοινωνία; Πόσοι δραστηριοποιούνται στον κλάδο σας, ποιο το ανθρώπινο δυναμικό και οι θέσεις εργασίας και ποιος ο κύκλος εργασιών της τελευταίας τριετίας;

ΑΠ: Το αποτύπωμα του φαρμακευτικού κλάδου είναι ισχυρό στην υγεία, την κοινωνία και την οικονομία και αξίζει να ενισχυθεί με τα κατάλληλα κίνητρα και μέτρα από την Πολιτεία. Αρκεί να αναφέρουμε πως η συνολική συνεισφορά του κλάδου του φαρμάκου σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε €6,7 δισεκ. (3,6% του ΑΕΠ) το 2019. Έτσι, για κάθε €1 προστιθέμενης αξίας των εταιριών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου, δημιουργούνται άλλα €3,3 στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 153 χιλ. θέσεις εργασίας (ή 3,9% της συνολικής απασχόλησης). Δηλαδή, κάθε θέση εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζει άλλες 3 ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης συνολικά στην οικονομία. Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου φαρμάκου εκτιμάται περίπου στα €2,0 δισεκ. Δυστυχώς, όμως, ο κλάδος βάλλεται από επιχειρηματική ανασφάλεια και φοροεισπρακτικά μέτρα που δυσχεραίνουν το υγιές επιχειρείν, ανακόπτουν την αναπτυξιακή του πορεία, αλλά και απειλούν ευθέως τη Δημόσια Υγεία.